Ὅσοι θέλουν ν᾿ ἀποκτήσουν τὴν εὔνοια ἑνὸς ἡγεμόνα, σχεδὸν πάντα, παρουσιάζονται ἐνώπιόν του προσφέροντας ὅ,τι πολυτιμότερο ἔχουν, ἢ ἐκεῖνα ποὺ προβλέπουν πὼς θὰ τὸν εὐχαριστήσουν περισσότερο. Γι᾿ αὐτό, πολλές φορὲς βλέπουμε νὰ προσφέρουν στοὺς ἡγεμόνες ἄλογα,.. ὅπλα,.. χρυσοκεντυμένα ἐνδύματα,.. πολύτιμους λίθους… καὶ παρόμοια κοσμήματα, ταιριαστὰ στὸ μεγαλεῖο του. Καθώς, λοιπόν, ἐπιθυμῶ κ᾿ ἐγώ νὰ παρουσιαστῶ στὴ Μεγαλοπρέπειά Σου, φέρνω μαζί μου, ὡς ἀπόδειξη τῆς ὑποταγῆς μου, ὅ,τι πολυτιμότερο βρῆκα ἀνάμεσα στοὺς θησαυρούς μου: τὴν κατανόηση γιὰ τὰ ἔργα τῶν μεγάλων ἀνδρῶν ποὺ ἀπέκτησα μετὰ ἀπὸ μακροχρόνια πεῖρα στὰ νεώτερα κ᾿ ἐνδελεχῆ μελέτη τῶν ἀρχαίων πραγμάτων.
Τὶς παρατηρήσεις μου, ὕστερ᾿ ἀπὸ ἐπισταμένη καὶ πολύχρονη ἔρευνα, ποὺ τὶς συνέλεξα πρόσφατα στὸ τομίδιο αὐτό, τὶς προωθῶ στὴ Μεγαλοπρέπειά Σου! Ἂν καὶ θεωρῶ τοῦτο τὸ ἔργο μου ἀνάξιο νὰ τιμηθῇ μὲ τέτοιαν ἀφιέρωση, ἐμπιστεύομαι τὴν εὐγένειά Σου πὼς θὰ τὸ δεχθῇ, λαμβάνοντας ὑπ᾿ ὄψιν ὅτι δέν ἔχω ἄλλο καλύτερο δῶρο νὰ Σοῦ προσφέρω παρὰ νὰ σὲ διευκολύνω στὴν ταχεῖα κατανόηση ὅποιου πράγματος ἐγὼ κατάλαβα καὶ διέκρινα, ἀφοῦ περάσαν χρόνια, δυστυχίες καὶ βάσανα ἀποπάνω μου…
Δέν τὸ «φόρτωσα» μὲ πολλά-πολλά, οὔτε ἔδωσα ὄγκο μεγάλο στὸ πόνημα, μὲ διεξοδικὲς ἀναλύσεις, ἢ μεγαλορρημοσύνες, ἢ ἄλλα ὁποιαδήποτε ἐξωτερικὰ θέλγητρα ποὺ συνηθίζουνε πολλοὶ νὰ «στολίζουνε» τὰ ἔργα τους· γιατὶ θέλησα εἴτε τὸ ἀσύνηθες περιεχόμενο, εἴτε ἡ βαρύτητα τοῦ ζητήματος, νὰ καθιστᾷ τὸ ἔργο μου εὐχάριστο· καὶ τίποτ᾿ ἄλλο νὰ μήν τοῦ δίδῃ τιμὴ κι ἀξία. Ἐπίσης, δέν ἐπιθυμῶ νὰ μὲ περάσῃ κανεὶς γιὰ οἰηματία, ἐπειδή, ὄντας ταπεινῆς καὶ χαμηλῆς κοινωνικῆς τάξης, τολμάω νὰ πραγματεύωμαι καὶ νὰ κανονίζω τὶς κυβερνήσεις τῶν ἡγεμόνων. Ἀφοῦ, ὅπως οἱ τοπογράφοι, γιὰ νὰ καταγράψουν τὰ βουνὰ καὶ τοὺς τόπους στὰ ψηλά, κατεβαίνουν στὶς πεδιάδες, καί, γιὰ νὰ καταγράψουν τὶς πεδιάδες, ἀνεβαίνουν στὰ βουνά, ἔτσι λοιπόν, γιὰ νὰ γνωρίσῃ κάποιος ἀκριβῶς τὸν χαρακτῆρα τῶν λαῶν, ὀφείλει νὰ εἶναι ἡγεμόνας, καὶ γιὰ νὰ γνωρίσῃ ἀκριβῶς τὸ χαρακτῆρα τῶν ἡγεμόνων, πρέπει νἄρχεται ἀπ᾿ τὸ λαό.
Δέξου λοιπόν, Μεγαλοπρεπέστατε, τὸ μικρὸ τοῦτο δῶρο μὲ τὴν ἴδια διάθεση ποὺ Σοῦ τὸ προσφέρω ἐγώ. Ἐκεῖ, ἂν θελήσῃς νὰ ἐξετάσῃς κι ἀναγνώσῃς προσεκτικά, θ᾿ ἀνακαλύψῃς τὴ μόνη καὶ διακαῆ μου ἐπιθυμία: Νὰ Σὲ δῶ ἐξυψωμένο στὸ μεγαλεῖο ποὺ ἡ Τύχη καὶ τὰ ὑπόλοιπά Σου τάλαντα ἐπιφυλάσσουν. Ἂν μάλιστα κάποτε, ἀπὸ τὴν ὑψηλή Σου θέση, στρέψῃς τὸ βλέμμα Σου στὴν ταπεινὴ δική μου, θὰ βεβαιωθῇς πόσα ἀνάξια πάσχω ἀπ᾿ ἀφόρητη κ᾿ ἐπίμονη κακοδαιμονία.