Posted on

Ἀπὸ τὶς βουδδιστικὲς γραφὲς στὸν «Πρώιμο Βουδδισμό»

paptheo-rhys-davids-early-buddhism-ad

Χαρούμενη, ἡ μοναξιά, γιὰ κεῖνον ποὖν᾿ ὅλο εὐτυχία.

Posted on

Ἀπὸ τόν «Πρώιμο Βουδδισμό»: Παροδικότητα

Ἡ Παροδικότητα, ὅπως διατυπώνεται ἀπ’ τὸ Βούδδα, ἔχει γίνει μᾶλλον γενικώτερη ἰνδικὴ ἰδέα, παρὰ βουδδιστική, κ᾿ εἶναι ἀρκετὰ γνωστὴ καὶ στὴ Δύση. Δὲν ὑπάρχει Εἶναι, μονάχα Γίγνεσθαι. Ἡ κατάσταση κάθε ἀτόμου εἶναι ἀσταθής, πρόσκαιρη -σίγουρα θὰ παρέλθῃ. Ἀκόμα καὶ στὸν ἀβιοτικὸ κόσμο βρίσκονται, σὲ κάθε πρᾶγμα, μορφὴ κι ἄλλες ὑλικὲς ποιότητες. Στοὺς ζωντανοὺς ὀργανισμούς, ἀκολουθεῖται συνεχῶς κατιοῦσα πορεία ἀπὸ νοητικὲς ποιότητες. Ἡ ἕνωση ὅλων αὐτῶν συστήνει τὸ ἄτομο. Κάθε πρόσωπο, ἢ πρᾶγμα ἢ θεός, εἶναι ἕνα συνταίριασμα -ἕνα μεῖγμα. Σὲ κάθε ἄτομο, δίχως ἐξαίρεση, ἡ σχέση τῶν συνιστωσῶν του ἀλλάζει ἀδιαλείπτως καὶ δὲν εἶναι ποτέ ἡ ἴδια σὲ δυὸ συναπτὲς στιγμές. Ἕπεται πὼς τὴ στιγμὴ ποὺ ξεκινάει ἡ ἑτερότητα κ᾿ ἡ ἀτομικότητα, ἀρχίζουν νὰ λειτουργοῦν ἡ ἀποσύνθεση κ᾿ ἡ ἀποδιοργάνωση. Δὲν ὑφίσταται ἀτομικότητα δίχως συνταίριασμα -δὲν ὑφίσταται συνταίριασμα χωρίς γίγνεσθαι -δὲν ὑφίσταται γίγνεσθαι δίχως διαφοροποίηση -δὲν ὑφίσταται διαφοροποίηση, τέλος, χωρίς ἀποσύνθεση καὶ ἀπώλεια πού, ἀργὰ ἢ γρήγορα, θἆναι τελεσίδικα ὡλοκληρωμένη…

Posted on

Ἀπὸ τή «Μέττα Σοῦττα» στόν «Πρώιμο Βουδδισμό»

Thomas William Rhys Davids. Πρώιμος Βουδδισμός.

Ὅπως ἡ μάνα, μὲ κίνδυνο ἀκόμα καὶ τῆς ζωῆς της, προστατεύει τὸ μοναχογιό, ἔτσι νὰ καλλιεργῆται κ᾿ ἡ ἀπεριόριστη Ἀγάπη γιὰ κάθε ὄν· γιὰ ὅλον τὸν Κόσμο – πάνω, κάτω, ὁλόγυρα –, μιὰ καρδιὰ ἀγαπητικὴ καὶ σπάταλη, ἀνίδεη ἀπ᾿ τὴν αἴσθηση τῶν διαφορετικῶν ἢ ἀλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων. Ἂς διατηρῆται ἡ ἐπιμέλεια, ὅσο μένῃ κάποιος ξύπνιος -εἴτε στέκεται, περπατάει ἢ εἶναι ξαπλωμένος. Αὐτὴ ἡ κατάσταση τῆς καρδιᾶς εἶναι ἡ βέλτιστη στὸν Κόσμο.

Ὁ νοῦς μας δέ θὰ παλινῳδῇ. Δέ θὰ ξεστομίσουμε κουβέντα πονηρή. Θὰ συμμορφωθοῦμε μὲ φροντίδα, συμπόνια κι Ἀγάπη στὴν καρδιά -ἄδειοι ἀπὸ κακία. Καὶ θὰ καλύπτουμε κάθε ἄλλον μὲ τὶς ἀχτῖδες τῆς ἀγαπητικῆς μας σκέψης. Μ᾿ αὐτό τὸ συναίσθημα, ὡς βάση, θὰ κατακλύσουμε τὸν Κόσμο: μ᾿ ἀγαπητικὴ σκέψη, ποὺ θὰ φτάσῃ μακριά καὶ θὰ μεγαλώσῃ πολύ -ἀπεριόριστα· θἄμαστε ἄδειοι ἀπὸ θυμὸ καὶ κακὴ βούληση.

Ὅλα τὰ μέσα ποὺ λαμβάνονται ὡς βάση γιὰ τὴν Ὀρθὴ Πράξη, δέ φτουρᾶνε μπρὸς στὸ δέκατο ἕκτο μέρος τῆς ἀποδέσμευσης τῆς καρδιᾶς μέσῳ τῆς Ἀγάπης. Αὐτὴ τ᾿ ἀναλαμβάνει ὅλα, ξεπερνῶντας τα σ᾿ ἀκτινοβολία καὶ δόξα -ὅπως τὸ φῶς κάθε ἄστρου δὲν ἐπισκιάζει τὸ δέκατο ἕκτο μέρος τῆς ἀκτινοβολίας τοῦ φεγγαριοῦ. Αὐτὴ τὰ ἐπισκιάζει ὅλα τους ξεπερνῶντας τα σὲ φῶς καὶ δόξα -ὅπως στὸν τελευταῖο μῆνα τῶν βροχῶν – στὸ θερισμό –, ὁ ἥλιος ἀνεβαίνει στὸν καθαρό, ἀνέφελο οὐρανό, διώχνοντας τὴ σκοτεινιὰ ἀπ᾿ τὴν ἐπικράτεια τοῦ Χώρου -λαμποκοπάει στὴ δόξα του· ὅπως, ὅταν χαράζῃ, ὁ Αὐγερινὸς ἐπισκιάζει τ᾿ ἄλλα τ᾿ ἄστρα ἔνδοξα ἀκτινοβολῶντας. Ἔτσι, τὰ μέσα ποὺ μποροῦν νὰ βοηθήσουν στὴν Ὀρθὴ Πράξη, δέ φτουρᾶνε μπρὸς στὸ δέκατο ἕκτο μέρος τῆς ἀποδέσμευσης τῆς καρδιᾶς διὰ τῆς Ἀγάπης.

Posted on

«Οἰκονομικὲς συνθῆκες στὴν ἀρχαία Ἰνδία» ἀπὸ τόν «Πρώιμο Βουδδισμό»

Thomas William Rhys Davids. Πρώιμος Βουδδισμός.

Ἀναμφισβήτητα, ἕνας λόγος τῆς ἐπισταμένης ἐνασχόλησης μ᾿ ἠθικὰ καὶ φιλοσοφικὰ ἐρωτήματα, ἦταν οἱ τότε οἰκονομικὲς συνθῆκες. Καμμιά ἀπ᾿ τὶς δυσκολίες τῶν κατοπινῶν καιρῶν δὲν ἦταν τόσο αἰσθητή. Ὁ πληθυσμὸς πρὸς συντήρηση ἦταν μᾶλλον καὶ μετὰ βίας τὸ ἕν δέκατο τοῦ ἀντίστοιχου σημερινοῦ· ἡ συντριπτικὴ πλειοψηφία ἀποτελοῦνταν ἀπὸ ἰδιοκτῆτες γῆς κατοίκους χωριῶν μὲ δική τους ἐδαφικὴ περιουσία, ἐποπτευόμενων ἀπὸ ἀξιωματούχους ἐκλεγμένους ἀπ᾿ τοὺς ἴδιους τοὺς χωρικούς· ἔθιμα πανάρχαια περιώριζαν δὲ τὴν ἐξουσία… Φόρο δεκάτης σὲ εἶδος λάμβανε ἡ Διοίκηση -εἴτε ἦταν τοπικὴ δημοκρατία, εἴτε μακρινὸς βασιλιᾶς. Οἱ βασιλεῖς προχωροῦσαν ἐνίοτε σὲ δωρεὰ χωριοῦ, ὅπως λεγόταν, σ᾿ εὐγενῆ, ἀξιωματοῦχο ἢ ἱερέα. Ὅμως, αὐτὸ ἀφοροῦσε μόνο στὶς ληξιπρόθεσμες ὀφειλὲς πρὸς τὴ Διοίκηση· ἡ γῆ συνέχιζε ν᾿ ἀνήκῃ στοὺς χωρικούς, ἢ τὴν κοινότητά τους. Ὑπῆρχαν καὶ λίγες, μεμονωμένες μεγαλοϊδιοκτησίες, ὅπου κάποιος πλούσιος εἶχε προχωρήσει σ᾿ ἀποψίλωση τοῦ δάσους μὲ μισθωτὴ ἐργασία.

Ἀλλὰ ὁ ἀριθμὸς τῶν ἐργατῶν ἦταν μικρός· ἡ μισθωτὴ ἐργασία θεωροῦνταν ἀπ᾿ τὸν ἐλεύθερο πολίτη ταπεινωτικὴ καί, ἂν ἀκόμα ἡ ἀποδοχὴ ἑνὸς αὐτοαπασχολούμενου σ᾿ ὑφιστάμενη κοινότητα χωρικῶν ἦταν δύσκολη, βρίσκονταν πολλὲς γαῖες ἀνένταχτες σ᾿ οἰκισμὸ καὶ προσβάσιμες στοὺς καταπατητές. Τὸ εὐρέως διαδεδομένο ἐσωτερικὸ ἐμπόριο ἄνοιγε ἄλλους ὁρίζοντες, κ᾿ οἱ συντεχνίες τῶν χειρώνακτων, ὠργανωμένες ἀπ᾿ τὴ γερουσία τους, πρόσφεραν ἀπασχόληση σ᾿ ὅσους κατάφερναν νὰ εἰσέλθουν στὶς τάξεις τους.

Ἐνῷ, ἐξαιτίας τῶν προηγουμένων, ὑπῆρχε λίγη φτώχεια, ὁ ἀριθμὸς ὅσων μποροῦσαν νὰ θεωρηθοῦν πλούσιοι γιὰ τὰ δεδομένα ἐκείνης τῆς ἐποχῆς (πόσο μᾶλλον τῆς δικιᾶς μας), ἦταν ἐξίσου ἀρκετὰ περιωρισμένος. Μαθαίνουμε γιὰ μιὰ χούφτα ράγια καὶ μαχαραγιάδων, ποὺ τὸ εἰσόδημά τους ἦταν κυρίως κάποιοι ἔγγειοι φόροι, καθὼς καὶ μερικὲς ληξιπρόθεσμες ὀφειλὲς κ᾿ ἔκτακτες ἀμοιβές. Ἐπίσης, ἀναφέρεται σημαντικὸς ἀριθμὸς πλούσιων εὐγενῶν, κάποιοι εὔποροι ἱερεῖς καὶ κάμποσοι ἑκατομμυριοῦχοι ἔμποροι σὲ λίγες μεγάλες πόλεις. Δέν ὑπῆρχαν μεγάλοι κατασκευαστὲς κ᾿ ἰσχυροὶ γαιοκτήμονες.

Οἱ ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων ἦταν μικρές. Ἡ πλειοψηφία τους ἀποτελοῦνταν ἀπὸ νοικοκύρηδες χωρικοὺς ἢ χειρώνακτες μέ, κατὰ κύριο λόγο, δική τους γῆ -ἀνθρώπους ἀμέριμνους γιὰ τὰ προβλήματα τῆς φτώχειας… ἢ τοῦ πλούτου…