Posted on

«Εἴδωλον» ἐκ τῆς «Καταβάσεως»

Ὁ ἥρως ὑπαντᾷ πρὸ τοῦ ποταμοῦ τῆς Λήθης τὸ εἴδωλον αὐτοῦ καὶ συνδιαλέγεται τούτῳ.

Posted on

Ἀνάγνωση: Ἑρρῖκος Ἴψεν, «Τέριε Βίγκεν»

ερρίκος-ιψεν-τέριε-βίγκεν-θεοδόσης-παπαδημητρόπουλος

Τὴν Πρωτοχρονιὰ 01/01/2020, στὶς 20:00, μπορεῖτε ν’ ἀκούσετε τὴν ἀνάγνωση τοῦ ἰψενικοῦ ἀφηγηματικοῦ ποιήματος: Τέριε Βίγκεν, ἀπὸ τὸν μεταφραστή-ἠθοποιὸ Θεοδόση Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλο στὴν ἐκδήλωση τοῦ facebook:

https://www.facebook.com/events/388698735564635

Τὸ ποίημα θὰ ἐκδοθῇ πρωτομεταφραζόμενο ἀπὸ τὴ Νορβιγικὴ στὴ Σειρὰ Ἴψεν τῶν Ἐκδόσεων.

Posted on

Τὰ χρόνια τῆς ἀρρώστιας…

δεκαπεντασύλλαβοι-θεοδόσης-αγγ-παπαδημητρόπουλος

νομίζουνε πὼς τώρα δά ξεκίνησαν-μετρᾶνε.
Μὰ πίσω πάει τὸ κακὸ καὶ χρόνους μᾶς παιδεύει.
Ἂν ἀπειλὴ δὲν ἔβλεπα κοντά νὰ στέκῃ τώρα,
θενἄλεγα πὼς ἄρχισε ἀπὸ τὴ γέννησή μας.
Ὅμως θὰ γίνω πρακτικὸς καὶ ψάχνω τὴν πηγή του
τὰ χρόνια ποὔχω θύμηση καὶ πάντα μὲ πληγώνουν.
Γι᾽ αὐτό κ᾽ ἐγὼ λοιπὸν ἐκεῖ! -τραγούδι συνεχίζω:
καὶ μὲ χαρὰ καὶ μὲ γιορτή, καὶ μὲ χαμὸ καὶ θλίψη.
Ἀλήθεια τί μ᾽ ἀπόμεινε νὰ κάμω γιὰ καλό σας,
παρὰ νὰ λέγω τὰ κρυφὰ ποὺ πνέουν στὸν ἀγέρα
καὶ μάρτυράς τους στέκεται ἡ ἀνάσα καθενός μας;
Θὰ συνηθίσουμε ὅλοι μας ὁ,τι μᾶς φανερώθη
καὶ θὰ ξαναγαπήσουμε ν᾽ ἀκοῦμε λόγον ἄλλον
ἀπὸ τὸν ἕνα τὸ λειψὸ τὰ χρόνια τῆς ἀρρώστιας.
Καὶ τί ζητάω γιὰ μένα πιά;: Τὸ λόγο μου τὸν ξέρω –
ὁ ἴδιος μὴ τὸν νοθέψω ἐγώ μ᾽ ἐκεῖνον τοῦ θανάτου.

Posted on

Φλωρεντία!

μακιαβέλλι-παπαδημητρόπουλος

[Ἀπὸ τὸν θεατρικὸ μονόλογο Μακιαβέλλι τοῦ Θεοδόση Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλου ποὺ ἐκδίδεται ἐνιαῖα μὲ τὸν Ἡγεμόνα τοῦ Νικολὸ Μακιαβέλλι.]

Φλωρεντία. Πατρίδα μου.

Ὀφείλεις στὸν ἑαυτό σου, νάσ᾿ αὐτάρκης. Νὰ πολεμᾶς μὲ τὰ ὅπλα τῶν πολιτῶν σου γιὰ τὰ δίκαια καὶ συμφέροντά σου -ὄχι μὲ μισθοφόρους· ἐκεῖνοι μονάχα νὰ προδίδουν ξέρουν. Τὰ φλωρεντίνικα ξίφη μποροῦν ν᾿ αποκρούσουν τὶς ὁρδὲς τῶν «μεγάλων βασιλιάδων» τῆς Βόρειας Ευρώπης.

Μιὰ δημοκρατικὴ πολιτεία πρέπει ν᾿ ἀκολουθῇ τὸ παράδειγμα τοῦ νεαροῦ Δαβίδ: Ὅταν ὁ Σαοὺλ τοῦ πρόσφερε τὰ ὅπλα του, γιὰ νὰ νικήσῃ τὸ γίγαντα Γολιάθ, αὐτὸς προτίμησε τὴν ταπεινή σφεντόνα!.. Ἤξερε καλά πὼς ἐκείνη — ὅπλο κατάδικό του — ἄκουγε μονάχ᾿ αὐτόν. Κι ἂς φαινόταν στὸ στράτευμα τοῦ Σαοὺλ ἀστεία…

Κάθε ἄξια πολιτεία θὰ τὸ καταλάβῃ: Οἱ μισθοφόροι θὰ τῆς φέρουνε – ἀργὰ ἢ γρήγορα – μεγαλύτερη ἧττα ἀπ᾿ τὴ νίκη ποὺ περιστασιακά τῆς χάρισαν· κι ἂν εἶν᾿ ἱκανοὶ καὶ γενναῖοι, ἡ καταστροφὴ θάν᾿ ἀκόμα μεγαλύτερη. Κρυφά φλογίζει τὴν ψυχὴ καθενὸς ὁ πόθος νὰ ρίξῃ τὸν ἀφέντη του, γιὰ ν᾿ ἁρπάξῃ ἔπειτα ἐξουσία καὶ τιμές…

Κι οὔτε σύμμαχο στρατὸ πρέπει νὰ προσκαλῇς στὰ ἐδάφη σου,γιὰ νὰ λύσῃς τὶς διαφορές σου μὲ τὸ γείτονα. Γιατί, σὰ νικήσῃ, θὰ στραφῇ μετὰ σὲ σένα. Γιὰ νὰ λεηλατήσῃ καὶ τὸ δικό σου πλοῦτο! Κι ο προσκεκλημένος στρατὸς εἶναι πιό ἐπικίνδυνος ἀπ᾿ τὸ μισθοφορικό, καθὼς ὁ πληρωμένος πολεμιστὴς σοῦ ὀφείλει ὑπηρεσία λόγῳ τῆς ἀμοιβῆς του… Ὁ προσκεκλημένος στρατός, ὅμως, δείχνει υποταγὴ μόνο στὸν ἄρχοντά του!

Ὁπότε,.. καλύτερα ἡ μικρὴ ταπεινὴ σφεντόνα παρὰ τὰ πληρωμένα στρατεύματα ἢ τὰ προσκεκλημένα στίφη ξένων συμμάχων. Κι ὅσο δημοκρατικώτερη εἶναι μιὰ πολιτεία, τόσο πιό πολὺ τιμάει τὴν ταπεινὴ σφεντόνα…

Posted on

Ἀφιέρωση

μακιαβέλλι-ηγεμόνας-θεοδόσης-αγγ-παπαδημητρόπουλος

Ὅσοι θέλουν ν᾿ ἀποκτήσουν τὴν εὔνοια ἑνὸς ἡγεμόνα, σχεδὸν πάντα, παρουσιάζονται ἐνώπιόν του προσφέροντας ὅ,τι πολυτιμότερο ἔχουν, ἢ ἐκεῖνα ποὺ προβλέπουν πὼς θὰ τὸν εὐχαριστήσουν περισσότερο. Γι᾿ αὐτό, πολλές φορὲς βλέπουμε νὰ προσφέρουν στοὺς ἡγεμόνες ἄλογα,.. ὅπλα,.. χρυσοκεντυμένα ἐνδύματα,.. πολύτιμους λίθους… καὶ παρόμοια κοσμήματα, ταιριαστὰ στὸ μεγαλεῖο του. Καθώς, λοιπόν, ἐπιθυμῶ κ᾿ ἐγώ νὰ παρουσιαστῶ στὴ Μεγαλοπρέπειά Σου, φέρνω μαζί μου, ὡς ἀπόδειξη τῆς ὑποταγῆς μου, ὅ,τι πολυτιμότερο βρῆκα ἀνάμεσα στοὺς θησαυρούς μου: τὴν κατανόηση γιὰ τὰ ἔργα τῶν μεγάλων ἀνδρῶν ποὺ ἀπέκτησα μετὰ ἀπὸ μακροχρόνια πεῖρα στὰ νεώτερα κ᾿ ἐνδελεχῆ μελέτη τῶν ἀρχαίων πραγμάτων.

Τὶς παρατηρήσεις μου, ὕστερ᾿ ἀπὸ ἐπισταμένη καὶ πολύχρονη ἔρευνα, ποὺ τὶς συνέλεξα πρόσφατα στὸ τομίδιο αὐτό, τὶς προωθῶ στὴ Μεγαλοπρέπειά Σου! Ἂν καὶ θεωρῶ τοῦτο τὸ ἔργο μου ἀνάξιο νὰ τιμηθῇ μὲ τέτοιαν ἀφιέρωση, ἐμπιστεύομαι τὴν εὐγένειά Σου πὼς θὰ τὸ δεχθῇ, λαμβάνοντας ὑπ᾿ ὄψιν ὅτι δέν ἔχω ἄλλο καλύτερο δῶρο νὰ Σοῦ προσφέρω παρὰ νὰ σὲ διευκολύνω στὴν ταχεῖα κατανόηση ὅποιου πράγματος ἐγὼ κατάλαβα καὶ διέκρινα, ἀφοῦ περάσαν χρόνια, δυστυχίες καὶ βάσανα ἀποπάνω μου…

Δέν τὸ «φόρτωσα» μὲ πολλά-πολλά, οὔτε ἔδωσα ὄγκο μεγάλο στὸ πόνημα, μὲ διεξοδικὲς ἀναλύσεις, ἢ μεγαλορρημοσύνες, ἢ ἄλλα ὁποιαδήποτε ἐξωτερικὰ θέλγητρα ποὺ συνηθίζουνε πολλοὶ νὰ «στολίζουνε» τὰ ἔργα τους· γιατὶ θέλησα εἴτε τὸ ἀσύνηθες περιεχόμενο, εἴτε ἡ βαρύτητα τοῦ ζητήματος, νὰ καθιστᾷ τὸ ἔργο μου εὐχάριστο· καὶ τίποτ᾿ ἄλλο νὰ μήν τοῦ δίδῃ τιμὴ κι ἀξία. Ἐπίσης, δέν ἐπιθυμῶ νὰ μὲ περάσῃ κανεὶς γιὰ οἰηματία, ἐπειδή, ὄντας ταπεινῆς καὶ χαμηλῆς κοινωνικῆς τάξης, τολμάω νὰ πραγματεύωμαι καὶ νὰ κανονίζω τὶς κυβερνήσεις τῶν ἡγεμόνων. Ἀφοῦ, ὅπως οἱ τοπογράφοι, γιὰ νὰ καταγράψουν τὰ βουνὰ καὶ τοὺς τόπους στὰ ψηλά, κατεβαίνουν στὶς πεδιάδες, καί, γιὰ νὰ καταγράψουν τὶς πεδιάδες, ἀνεβαίνουν στὰ βουνά, ἔτσι λοιπόν, γιὰ νὰ γνωρίσῃ κάποιος ἀκριβῶς τὸν χαρακτῆρα τῶν λαῶν, ὀφείλει νὰ εἶναι ἡγεμόνας, καὶ γιὰ νὰ γνωρίσῃ ἀκριβῶς τὸ χαρακτῆρα τῶν ἡγεμόνων, πρέπει νἄρχεται ἀπ᾿ τὸ λαό.

Δέξου λοιπόν, Μεγαλοπρεπέστατε, τὸ μικρὸ τοῦτο δῶρο μὲ τὴν ἴδια διάθεση ποὺ Σοῦ τὸ προσφέρω ἐγώ. Ἐκεῖ, ἂν θελήσῃς νὰ ἐξετάσῃς κι ἀναγνώσῃς προσεκτικά, θ᾿ ἀνακαλύψῃς τὴ μόνη καὶ διακαῆ μου ἐπιθυμία: Νὰ Σὲ δῶ ἐξυψωμένο στὸ μεγαλεῖο ποὺ ἡ Τύχη καὶ τὰ ὑπόλοιπά Σου τάλαντα ἐπιφυλάσσουν. Ἂν μάλιστα κάποτε, ἀπὸ τὴν ὑψηλή Σου θέση, στρέψῃς τὸ βλέμμα Σου στὴν ταπεινὴ δική μου, θὰ βεβαιωθῇς πόσα ἀνάξια πάσχω ἀπ᾿ ἀφόρητη κ᾿ ἐπίμονη κακοδαιμονία.

Posted on

Ἀπὸ τὴν «Ἀνδροδικία»

Ἀπὸ τὸ δικαστικὸ δρᾶμα τοῦ Θεοδόση Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλου:

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ:
Ἡ ψῆφος μου, ἂν χρειαστῇ, θὰ ἀνακοινωθῇ στὸ τέλος,
ἐφόσον οἱ ἔνορκοι μοιραστοῦν στὴν ἐτυμηγορία τους.
Ἐφόσον φτάσουμε στὸ τέλος, τότε, ἂν χρειαστῇ,
θὰ ψηφίσω -ἐὰν μεταξύ τους δέν τὰ καταφέρουν:
ἕξι γυναῖκες κ᾽ ἕξι ἄνδρες ἔνορκοι· ὁ κατηγορούμενος
ἕνας κι ἄνδρας. Ἂν δέν τὸ κατορθώσουν, νὰ συνεννοηθοῦν,
θὰ μιλήσω ἀθῳωτικά -νὰ σβήσω καὶ τὴν ὅποια τιμωρία
ἔχοντας τὴ στοργὴ μητέρας καὶ τὴ σοφία ἀνδρός.
Ἂν δέν τὸ κατορθώσουν γι᾽ ἄλλη μιά φορά.

Τὸ ἔργο μπορεῖτε νὰ τὸ προμηθευτῆτε, ἐδῶ.

Posted on

Ὁ μέγας Ὠκεανός!

φάος-ηελίοιο-ήλιου-φως-ιλιάς-όμηρος-θεοδόσης-αγγ-παπαδημητρόπουλος

Ὁ μέγας Ὠκεανός! Ἡ κοιτίδα, τὸ χωνευτήρι κάθε ἀνομία μας: τῶν σκουπιδιῶν, τῶν ἀποβλήτων, τῶν πλαστικῶν… Συνέχεια «στολίζουμε» τὸν προπάτορα -τοῦ δωρίζουμε «πολιτισμό».

Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος
Φάος ἠελίοιο – Ἥλιου φῶς – Γιὰ τὸ τοπίο τῆς Ἰλιάδος.

Posted on

«Πουθενά παννάκι» ἀπ’ τόν «Ἐνὼχ Ἄρντεν»

BorneoRainforest DSC 9267.JPG
By T. R. Shankar Raman – Own work, CC BY-SA 4.0, Link

Τὸ δεντρόφυτο ὥς τὴν κορυφὴ βουνό,
τὰ δρομάκια π᾽ ἀνέβαιναν στὸν Οὐρανό,
τὰ κλαδιά-λοφία πάνω στὰ δέντρα,
τὶς λάμψεις τῶν πουλιῶν καὶ τῶν ἐντόμων,
τὰ φίδια ποὺ γυαλίζαν τυλιγμένα
στοὺς κορμούς, καὶ τρέχανε σαΐτες
ἀπ᾽ τό ᾽να ἄκρο στ᾽ ἄλλο, μὰ καὶ τὸ φῶς
– τὴ δόξα! – τοῦ τοπίου ποὺ ἁπλωνόταν..-
ὅλα τους τἆδε· μὰ ὅ,τι λαχταροῦσε
καὶ δ έ ν εἰδε, ἦταν μορφὴ ἀ ν θ ρ ώ π ο υ·
μήτε κι ἄκουσε ἀνθρώπινη λαλιά· ἀλλ᾽ ἄκουγε
τὸ μυριόστομο τὸ κρώξιμο ἀπ᾽ τὰ θαλασσοπούλια,
τὸ ἀστραπόβροντο, λεῦγες μακριὰ στοὺς ὕφαλους,
τὸν ψίθυρο τῶν δέντρων σὰν κινοῦνταν
δαρμένα ἀπ᾽ τοὺς ἀνέμους, καὶ τὸν κρότο
ἀπὸ χείμαρο ποὔφτειαχνε τὸ κῦμα,
σὰν κυλοῦσε ὁρμητικά στὴ θάλασσα. Ὁλημερίς
καθότανε συχνὰ κοιτῶντας μές στὸν πόντο,
ὡς ναυαγός, μὴ κ᾽ ἐμφανιστῇ κάνα παννάκι·
μὰ δ έ φαινόταν… Καὶ κάθε μέρα
ἀντίκρυζε τὸν ἥλιο μὲ τὶς κόκκινες ἀχτῖδες του
ἀνάμεσα σὲ φοινικιές, σὲ φτέρες καὶ γκρεμούς,..
τὸ ἀεράκι πέρα στ᾽ ἀνατολικά νερά,
τὸ ἀεράκι πάνω στὸ νησί,..
τὸ ἀεράκι στὰ δυτικά νερά·
ἔπειτα τ᾽ ἄστρα τὰ μεγάλα στὸ στερέωμα,
τὸν βρυχούμενο ὡκεανό, καὶ πάλι
τὶς κόκκινες ἀχτῖδες στὸ ἡλιοβασίλεμα..-
μὰ π ο υ θ ε ν ά παννάκι!..

Posted on

Θεοδόσης Ἀγγ. Παπαδημητρόπουλος, Ἀπ’ τὴν ἀνάλυση τῆς «Λαίδης Ἴνγκερ τοῦ Ἔστρωτ»

ερρίκος-ίψεν-η-λαίδη-ίνγκερ-του-έστρωτ-θεοδόσης-αγγ-παπαδημητρόπουλος-εκδόσεις

Δύο ἀντικρουόμενα συναισθήματα προκαλοῦνται, ὅταν σπουδάζῃ κάποιος τὶς πρῶτες προσπάθειες ἑνὸς ὄντως σημαντικοῦ: ἀπογοήτευση γιὰ τὸ ἀκόμα ἀνεκπλήρωτο· γοητεία γιὰ τὸ ἐπερχόμενο π᾽ ἀχνοφαίνεται. Ἴδια, ὅπως στὸν Κατιλίνα, τὸν Τάφο τοῦ Πολεμιστῆ, τὴ Νόρμα καὶ τἩ νύχτα τ᾽ Ἁγιαννιοῦ, ἀκούγεται – σχεδὸν σὲ κάθε ἀτάκα – ἡ μακρινὴ ἐπιβλητική «συμφωνία» τῶν μελλοντικῶν κατακτήσεων. Τὰ τέσσερα τοῦτα ἔργα, μαζὶ μὲ τἩ Λαίδη Ἴνγκερ τοῦ Ἔστρωτ συναπαρτίζουν λειτουργικὴ ἑνότητα, κυοφορῶντας ὅλα τὰ στοιχεῖα ποὺ θὰ ξεδιπλωθοῦν μὲ μαστοριὰ στὸ μέλλον.

Κατιλίνας φανερώνει ἐξ ἀρχῆς τὴν ἀμείωτη φιλαλήθεια καὶ τὸ πνευματικὸ κουράγιο τοῦ δημιουργοῦ. Ὁ τάφος τοῦ πολεμιστῆ δηλώνει τὴν ἡρωικὴ περπατησιὰ τῶν χαρακτήρων, ἀκόμα καὶ στὰ πολύ «ταπεινά». Ἡ Νόρμα προοιωνίζει τὸ δηλητηριῶδες φλέγμα καὶ τὴν ὑψηλὴ εἰρωνεία. ΣτἩ νύχτα τ᾽ Ἁγιαννιοῦ προτάσσεται ἡ ἀνάγκη γιὰ ἕνα λόγο ἁπλόν, στὸ στόμα σχεδὸν τοῦ καθενὸς γιὰ κείνη τὴν ἐποχή· ἐπίσης ἐπιχειρεῖται συστηματικὰ ἡ ὑπονόμευση τοῦ νορβηγικοῦ καθωσπρεπισμοῦ κ᾽ ἐπαρχιωτισμοῦ. ΣτἩ Λαίδη Ἴνγκερ, ὁ Ἴψεν βαθύτατα ξαναπιάνει τὸ νῆμα τοῦ Κατιλίνα, δηλαδὴ τὸ τραγικό, κατὰ βάσιν, ἀδιέξοδο τῶν ἀνθρωπίνων, ὅπως τὰ διδασκόμαστε ἀπ᾽ τὴν Ἱστορία.

[] Ἡ ΛΑΙΔΗ ΙΝΓΚΕΡ, <ὡς πρόσωπο σκηνικό,> συνθέτει ὡρισμένες σαιξπηρικές «σταθερές» ποὺ τὴν κατατάσσουν στοὺς δελεαστικώτερους γυναικείους ρόλους τῆς παγκόσμιας δραματουργίας: τὴν ἀναβλητικότητα ἑνὸς ΑΜΛΕΤ, τὴ σιδερένια βούληση καὶ ξεροκεφαλιὰ μιᾶς ΛΑΙΔΗΣ ΜΑΚΜΠΕΘ, τὴν κυνικότητα ἑνὸς Ριχάρδου Γ΄. Οἱ ἄθλιες μηχανορραφίες τοῦ ΝΙΛΣ ΛΥΚΚΕ δὲν ἔχουν τίποτα νὰ ζηλέψουν ἀπ᾽ τὴν ὀφιοειδῆ παρουσία κιόλας τοῦ ΚΆΡΛΟΣ στὸν γκαιτικὸ Κλάβιγκο.

Στὸ ἔργο ζωντανεύει μιὰ ἐποχὴ γεμάτη ἀκρότητες, φανατισμὸ καὶ μισαλλοδοξία· ὅταν ἡ Εὐρώπη χωρίστηκε στὰ δυό, λόγῳ, ἀλίμονο, τῆς ἀναπογυρισμένης σοφίας ἀπ᾽ τὶς τόσες προόδους τῆς Ἀναγέννησης. Ἀντί ἡ ἤπειρος νὰ ἐξυψωθῇ, βούτηξε μές στὸ αἵμα καὶ τὴ λάσπη μακροχρόνιων πολέμων μὲ λάβαρο τήν «ἁγνὴ πίστη» πρὸς τὸν μάταια Ἐσταυρωμένο. Ἡ ΛΑΙΔΗ ΙΝΓΚΕΡ χάνει τὰ παιδιά της κάπως σὰν καὶ τὴ ΜΑΝΑ ΚΟΥΡΑΓΙΟ ἀπ᾽ τ᾽ ὁμώνυμο μπρεχτικὸ ἔργο. Ἡ τεχνικὴ τῶν δυὸ δημιουργῶν δέν εἶναι ἴδια -τοὺς χωρίζει μιὰ ἄβυσσος: ὁ ὄψιμος 19ος αἰώνας κι ὁ Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, μιὰ ἄλλη ἰδεολογία· ὅμως, οἱ προσπάθειές τους ν᾽ ἀπεικονίσουν τὸ ἀδιέξοδο τῆς ἐξουσίας καὶ τῶν ἱστορικῶν μηχανισμῶν, συναντῶνται στὸ κλάμα τῶν δυὸ μανάδων! Μία συνεπὴς σύγχρονη ἀνάγνωση ὀφείλει νἆναι ἰδιαίτερα ὑποψιασμένη στὴ σχεδὸν γκροτέσκα σκηνὴ ὅπου ἡ ΛΑΙΔΗ ΙΝΓΚΕΡ περιμένει πότε νὰ βιδώσουνε τὸ φέρετρό της μὲ μέσα πατικωμένο τὸ γιὸ καὶ τελευταῖα ἀδικοχαμένο παιδί της… Ἡ ἀφέντρα τοῦ πύργου στὸ Ἔστρωτ ὑποστασιοποιεῖ τὴν καταβολικὴ ἀνθρώπινη ἄγνοια μπρὸς στὸν Κόσμο. Ἡ κραυγή της: Κανένας δὲν ὑπάρχει ἀνάμεσα σὲ Θεὸ κι ἀνθρώπους!, ἂν κι ἀναφέρεται σαφέστατα στὸ Λούθηρο καὶ τὸ νέο του κήρυγμα γιὰ τὴν ἀδυναμία κάθε μεσιτείας, ἁγίου, συγχωροχαρτιοῦ κ᾽ «ἑξαπτέρυγου», γενικεύεται ἀπ᾽ τὸν Ἴψεν ὑπαρξιακὰ καὶ θυμίζει ἔντονα (αὐτὸ θ᾽ ἀποδειχθῇ περίτρανα μὲ τὰ κατοπινὰ χρόνια) τὸ αἰσχύλειο: Ζεύς, ὅστίς ποτ᾽ ἐστίν… ἢ τὸν μετεωρισμὸ ἑνὸς ΒΑΣΙΛΙΑ ΛΗΡ πλάι στὸν ΤΡΕΛΛΟ του. []

Posted on

Maria Tryti Vennerød, «Ὁ Μαρτῖνος στὴ Ρώμη» ἀπὸ τόν «Μαρτῖνο Λούθηρο»

maria-tryti-vennerød-μαρτίνος-λούθηρος-θεοδόσης-αγγ-παπαδημητρόπουλος

Τραβάω στὴ Ρώμη, τὴν πόλη τῆς ἀγάπης, τὴν πόλη τῆς πίτσας καὶ τοῦ ἐσπρέσσο, τὴν πόλη τοῦ Ὀκταβιανοῦ Αὐγούστου, τὴν πόλη τοῦ Ἡρώδη, τοῦ Ἀλέξανδρου, τοῦ Καίσαρα, τοῦ Γκαριμπάλντι, τοῦ Μουσσολίνι, τοῦ Μπερλουσκόνι, τοῦ Φελλίνι, τοῦ Παβαρόττι, τοῦ Τορτελλίνι -τὴν πόλη ὅλων αὐτῶν. Θαμπώθηκα ἀπ᾿ τὸν τροῦλο καὶ τὴ μεγαλοπρέπεια καὶ τὶς τροῦφες καὶ τὸ λευκὸ κρασί, κ᾿ ἔμαθα κάπως ἐσένα, Θέ μου.

᾽Εδῶ μπορεῖ κάποιος νὰ σωθῇ…

Ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἔχει ἀγοράσει οἰκία…

Ἐδῶ μπορεῖ κάποιος νὰ κατορθώσῃ τὴ σωτηρία…

Per tutta la famiglia!

Συγνώμη, ἡ μαμᾶ κι ὁ μπαμπᾶς ἀκόμα ζοῦν,..

ἀλλιῶς θὰ τ᾿ ἀγόραζα κ᾿ ἐγώ νὰ τοὺς ἐλευθερώσω

ἀπ᾿ τὴν Κόλαση.

Εὐχή γιὰ τὴ μαμᾶ –

συγχώρεση γιὰ τὸν μπαμπᾶ.

Χαιρετίσματα ἀπ᾿ τὴ Ρώμη!

Ἀπίστευτες μερικὲς εὐκαιρίες γιὰ προσκύνημα,

μὰ ἡ οὐρὰ εἶναι τόσο μεγάλη…

Πηγαίνω καὶ τρώω ρέγγα ἀντὶ νὰ στέκωμαι ὄρθιος…

Μετὰ τὸ μεσημεριανό:
ἡ κλίμακα τοῦ Πιλάτου·

ἡ κλίμακα ποὺ κατέβηκε ὁ Ἰησοῦς, κ᾿ ἔπειτα τὸν καταδίκασαν σὲ θάνατο!..

Ὅποιος τὴν ἀνεβῆ μὲ τὰ γόνατα, θὰ σωθῇ, λέει ὁ ὁδηγός.
Λέει… πὼς τὴν κλίμακα τὴ φέραν ἀπ᾿ τὴν Ἰερουσαλήμ…

Σκαρφαλώνω
πάνω –
σκαλί-σκαλί –
γδαρμένος –
σὰν καβούρι
πεινασμένο γιὰ σωτηρία!

Ξαφνικὰ ἀκούω
ἀπ᾿ τὸν οὐρανό;.. Ἢ ἀπ᾿ τὸ κεφάλι μου μέσα;..

Ὁ δὲ δίκαιος ἐκ πίστεως ζήσεται.

Posted on

Ἡ ἔναρξη τοῦ «Ἐνὼχ Ἄρντεν»

alfred-tennyson-ενώχ-άρντεν-θεοδόσης-αγγ-παπαδημητρόπουλος

Σειρὲς μακριές μὲ βράχια ἔχουνε φτειάξει χάσμα
καὶ μές στὸ χάσμα ἀφρὸς καὶ κίτρινη ἄμμος·
στὸ βάθος στέγες κόκκινες σὲ στενή ἀποβάθρα
πλάι-πλάι· παραπέρα, ἕνα ἐκκλησάκι· πιό πάνω
δρόμος μακρύς πρὸς ἕναν ψηλό, σὰν πύργο, μύλο·
παραπίσω στὸν ὁρίζοντα σταχτὴς ἀμμόλοφος
μὲ τάφους Δανικούς· ἐκεῖ δασάκι ἀπὸ φουντουκιὲς
ποὺ στοιχειώνεται ἀπὸ φθινοπωρινοὺς συλλέκτες
καὶ καταπράσινο, ἀνθίζει στὴν κατηφοριά…

Στὴν παραλία τούτη – πᾶν ἑκατὸ χρόνια –
τρία παιδιὰ ἀπὸ τρία σπίτια: ἡ Ἄννα Λή,
ἡ ὀμορφότερη κοπέλα στὸ λιμάνι ὁλάκερο,
ὁ Φίλιππος Ρέυ, ὁ μοναχογιὸς τοῦ μυλωνᾶ,
κι ὁ Ἐνὼχ Ἄρντεν, τὸ παλληκάρι ἑνὸς ναύτη
σὲ ναυάγιο σκοτωμένου, παίζανε μαζὶ
μές σὲ σκουπίδια καὶ σὲ σανίδες πεταμένες,
σὲ καραβόσκοινα, στὰ δίχτυα τῶν ψαράδων,
σ᾽ ἄγκυρες ὅλο σκουριά, σὲ βάρκες ἔξω τραβηγμένες·
παλάτια χτίζανε οἱ τρεῖς τους πάνω στὴν ἄμμο
καὶ βλέπαν πῶς πλημύριζαν χαλῶντας τα
τ᾽ ἄσπρο κῦμα, σὰν αὐτὸ καθημερνὰ
ἔσβηνε τὶς μικρὲς πατημασιές τους.

Κάτω ἀπ᾽ τὰ βράχια βρισκότανε στενὴ σπηλιά·
τὴν εἶχαν τὰ παιδιὰ γιὰ νοικοκυριὸ καὶ παίζαν:
Ἦταν ὁ Ἐνὼχ μιὰ μέρα ὁ νοικοκύρης, ὁ Φίλιππος τὴν ἄλλη
καὶ π ά ν τ α ἡ Ἄννα, ἡ κυρά· μὰ κάποτε
ἤθελε ὁ Ἔνώχ «ἰδιοκτήτης» νάναι μ ι ὰ β δ ο μ ά δ α:
«Αὐτό εἰναι τὸ σπίτι μου, κι αὐτή εἰν᾽ ἡ κοπελιά μου!»
«Καὶ δικιά μου!», ἔλεγε ὁ Φίλιππος. «Μὲ τὴ σειρά!..»
Ὁ Ἐνώχ, ὅταν μαλώνανε, σὰν πιό χεροδύναμος,
νικοῦσε καὶ τοῦ Φίλιππου τὰ γαλανά τὰ μάτια
γεμίζανε μὲ δάκρυα θυμωμένα κι ἀβοήθητος
φώναζε: «Σὲ μ ι σ ῶ, Ἐνώχ!»· μὰ τότε
ξεκίναγε νὰ κλαίῃ ἡ μικρὴ νοικοκυρά –
ἱκέτευε – γιὰ χάρη της! – νὰ μή μαλώνουνε·
κ᾽ ἔλεγε πὼς καί τῶν δ υ ό τους θάναι νύφη.

Μά, σὰν ἡ αὐγὴ τῶν παιδικῶν τῶν χρόνων ἔφυγε
καὶ τὴ νέα θερμότητα τοῦ ἀνερχόμενου ἥλιου τῆς ζωῆς
ἔνοιωσε καθείς, κ᾽ οἱ δ υ ό τους ἐρωτευτήκανε
τὸ ἴ δ ι ο αὐτὸ κορίτσι. Πρῶτος μίλησε ὁ Ἐνώχ,
ὅμως ὁ Φίλιππος τὴν ἀγαποῦσε σιωπηλά· καὶ τὸ κορίτσι
φαινότανε νὰ συμπαθῇ περσότερο τὸ Φίλιππο,
μὰ τὸν Ἐνώχ ἀγάπαγε… χωρίς νὰ τὸ γνωρίζῃ…
Κι ἂν τὴ ρωτοῦσαν, θὰ τὸ ἀρνιόταν! Κ᾽ ἔβαλε ὀ Ἐνὼχ
ἕνα σκοπὸ στὸ νοῦ του μέσα πρῶτο:
ὅ,τι κι ἂν κέρδιζε στὴν ἄκρη νὰ τὸ βάζῃ
καὶ ν᾽ ἀγοράσῃ βάρκα καὶ σπιτικὸ νὰ στήσῃ
γιὰ τὴν Ἄννα. Πρόκοψε λοιπὸν στὸ τέλος,
γιατὶ τυχερώτερος καὶ τολμηρότερος ψαρᾶς,
στὰ δύσκολα προσεκτικώτερος, κανένας δὲν ἀνάσαινε
γιὰ λεῦγες πόσες σὲ τοῦτο τ᾽ ἀκρογιάλι
ἐκτός ἀπ᾽ τὸν Ἐνώχ… Ἐργάστηκε ἕνα χρόνο
ὡς ἔμπορος σὲ πλοῖο κ᾽ ἔγινε μὲ τὸν καιρὸ
ναύτης πρώτης. Τρίς ἐγλύτωσε τὴ ζωή του
ἀπ᾽ τῆς θάλασσας τὰ τρομερά τὰ ρεύματα
κι ὅλοι τὸν κοίταζαν μὲ δέος καὶ μ᾽ ἀγάπη…
Προτοῦ πατήσῃ τὸ Μάη στὰ εἴκοσι ὀχτώ του,
ἀγόρασε δικιά του βάρκα κ᾽ ἔχτισε τὸ σπίτι
γιὰ τὴν Ἄννα, σὰ μιὰ φωλιὰ χαρούμενη, στὴ μέση
τοῦ δρόμου τοῦ στενοῦ ποὺ πήγαινε στὸ μύλο.

Posted on

Ἀπὸ τή «Μέττα Σοῦττα» στόν «Πρώιμο Βουδδισμό»

Thomas William Rhys Davids. Πρώιμος Βουδδισμός.

Ὅπως ἡ μάνα, μὲ κίνδυνο ἀκόμα καὶ τῆς ζωῆς της, προστατεύει τὸ μοναχογιό, ἔτσι νὰ καλλιεργῆται κ᾿ ἡ ἀπεριόριστη Ἀγάπη γιὰ κάθε ὄν· γιὰ ὅλον τὸν Κόσμο – πάνω, κάτω, ὁλόγυρα –, μιὰ καρδιὰ ἀγαπητικὴ καὶ σπάταλη, ἀνίδεη ἀπ᾿ τὴν αἴσθηση τῶν διαφορετικῶν ἢ ἀλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων. Ἂς διατηρῆται ἡ ἐπιμέλεια, ὅσο μένῃ κάποιος ξύπνιος -εἴτε στέκεται, περπατάει ἢ εἶναι ξαπλωμένος. Αὐτὴ ἡ κατάσταση τῆς καρδιᾶς εἶναι ἡ βέλτιστη στὸν Κόσμο.

Ὁ νοῦς μας δέ θὰ παλινῳδῇ. Δέ θὰ ξεστομίσουμε κουβέντα πονηρή. Θὰ συμμορφωθοῦμε μὲ φροντίδα, συμπόνια κι Ἀγάπη στὴν καρδιά -ἄδειοι ἀπὸ κακία. Καὶ θὰ καλύπτουμε κάθε ἄλλον μὲ τὶς ἀχτῖδες τῆς ἀγαπητικῆς μας σκέψης. Μ᾿ αὐτό τὸ συναίσθημα, ὡς βάση, θὰ κατακλύσουμε τὸν Κόσμο: μ᾿ ἀγαπητικὴ σκέψη, ποὺ θὰ φτάσῃ μακριά καὶ θὰ μεγαλώσῃ πολύ -ἀπεριόριστα· θἄμαστε ἄδειοι ἀπὸ θυμὸ καὶ κακὴ βούληση.

Ὅλα τὰ μέσα ποὺ λαμβάνονται ὡς βάση γιὰ τὴν Ὀρθὴ Πράξη, δέ φτουρᾶνε μπρὸς στὸ δέκατο ἕκτο μέρος τῆς ἀποδέσμευσης τῆς καρδιᾶς μέσῳ τῆς Ἀγάπης. Αὐτὴ τ᾿ ἀναλαμβάνει ὅλα, ξεπερνῶντας τα σ᾿ ἀκτινοβολία καὶ δόξα -ὅπως τὸ φῶς κάθε ἄστρου δὲν ἐπισκιάζει τὸ δέκατο ἕκτο μέρος τῆς ἀκτινοβολίας τοῦ φεγγαριοῦ. Αὐτὴ τὰ ἐπισκιάζει ὅλα τους ξεπερνῶντας τα σὲ φῶς καὶ δόξα -ὅπως στὸν τελευταῖο μῆνα τῶν βροχῶν – στὸ θερισμό –, ὁ ἥλιος ἀνεβαίνει στὸν καθαρό, ἀνέφελο οὐρανό, διώχνοντας τὴ σκοτεινιὰ ἀπ᾿ τὴν ἐπικράτεια τοῦ Χώρου -λαμποκοπάει στὴ δόξα του· ὅπως, ὅταν χαράζῃ, ὁ Αὐγερινὸς ἐπισκιάζει τ᾿ ἄλλα τ᾿ ἄστρα ἔνδοξα ἀκτινοβολῶντας. Ἔτσι, τὰ μέσα ποὺ μποροῦν νὰ βοηθήσουν στὴν Ὀρθὴ Πράξη, δέ φτουρᾶνε μπρὸς στὸ δέκατο ἕκτο μέρος τῆς ἀποδέσμευσης τῆς καρδιᾶς διὰ τῆς Ἀγάπης.

Posted on

Ἀπὸ τὸ ὀπισθόφυλλο τῆς «Γραμματικῆς Τέχνης»

διονύσιος-θράξ-γραμματική-τέχνη-θεοδόσης-αγγ-παπαδημητρόπουλος

Τῆc γραμματικῆc εἰμι τέχνηc πυξίον
εὔληπτον, εὐcύνοπτον, ἐcτενωμένον,
cαφέc, καθαρόν, εὐκρινέc -γεγραμμένον
πρὸc πεῦcιν ἰθύνουcαν εἰc ἀποκρίcειc·
ὁ γὰρ τρόποc φέριcτοc εἰc τὸ συνέχειν
ἅπαν λόγου μάχημα τοῖc λογεμπόροιc.

Posted on

Οἱ πρῶτοι στίχοι ἀπὸ τή «Γραμματική» τοῦ Μιχαὴλ Ψελλοῦ

μιχαήλ-ψελλός-γραμματική-θεοδόσης-αγγ-παπαδημητρόπουλος

Μελετῶ σοι Γραμματικῆς καὶ τῆς Ὀρθογραφίας –
πρῶτος αὕτη θεμέλιος καὶ βάσις μαθημάτων.
Οὐκ ἔστι δὲ μονότροπος οὐδὲ κοινὴ καὶ μία,
ἀλλ᾽ ἔχει γλώσσας καὶ φωνὰς καὶ πέντε διαλέκτους:
Αἰολικήν, Ἰωνικήν, Ἀτθίδα καὶ Δωρίδα
καὶ τὴν συνήθη καὶ κοινὴν καὶ κατημαξευμένην.
Ἑκάστη δὲ διάλεκτος ἔχει φωνὰς ἰδίας.
Ἡ δὲ κοινή, κἂν πέφυκεν ἄθροισμα τῶν τεσσάρων,
ἀλλ᾽ ἔστι καὶ μονότροπος, ἄλλη παρὰ τὰς ἄλλας.

Posted on

Τὸ φῶς φέρνει τὰ πάντα…

φάος-ηελίοιο-ήλιου-φως-ιλιάς-όμηρος-θεοδόσης-αγγ-παπαδημητρόπουλος

ἀέκουσιν ἔδυ φάος
ἀθέλητά τους ἔδυσε τὸ φῶς
Ἰλιὰς ραψῳδία Θ, στίχος 487

Τὸ φῶς φέρνει τὰ πάντα:

ζ ω ή· χαρά, εἰρήνη, γνώση, ἔρωτα·

τρόμο, φθόνο, πόλεμο καὶ μάχη· θ ά ν α τ ο.

Δέ διστάζει τὸ φῶς νὰ κάνῃ τὸ δικό του.

Ξεχνάει τὶς ἐλπίδες τοῦ ἀνθρώπου.

Δέ λογαριάζει τὴν αὐθορμησία του.

Τὸ φῶς μᾶς καθιστᾷ ὑπαρκτούς καὶ μᾶς ἐξολοθρεύει.

Οἱ ἀχτῖδες ἄλλοτε φτάνουνε χάδι στὸ δέρμα -ἄλλοτε καρφιά σὲ διαμπερῆ τραύματα.

Τὸ φῶς τὰ κάνῃ ὅλ᾿ αὐτά.

Νὰ τὸ θυμᾶται αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος, γιὰ νὰ μήν πάῃ μακρύτερα ἀπ᾿ τὸν ἥσκιο του.

Νὰ μή ζητάῃ πολλά, ἐπειδὴ τοῦ ᾿λαχε κάτι κ᾿ ἐκεῖνος νὰ βλέπῃ..- νὰ χαίρεται τὶς μορφὲς καὶ τὰ χρώματα.

Νὰ τὸ θυμᾶται αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος.

Νἄχῃ μιὰν ἁπλότητα στὸ βλέμμα του ὅμοια μὲ τοῦ τοπίου τῆς Ἰλιάδος:

Λιθάρι πάνω σὲ λιθάρι -ἥσκιος σ᾿ ἥσκιον πάνω,
χέρι σὲ χέρι πάνω -σὲ καρδιά, καρδιά ἀλλη μέσα,
ζωή νὰ στέκῃ ὁλόγυρα καὶ θάνατος στὴ μέση.

Posted on

Ἀπὸ τὸν πρόλογο γιὰ τή «Νόρμα»

ερρίκος-ίψεν-νόρμα-θεοδόσης-αγγ-παπαδημητρόπουλος

Τὸ ἴδιον ἀπόγευμα, εἴδομεν τὴν Νόρμαν τοῦ Μπελλίνι, καὶ ἐξαίφνης κατενοήσαμεν: Τὸ Κοινοβούλιον ἀποτελεῖ ταλαντοῦχον λυρικὸν θίασον!.. Δέ θὰ ἐπαναλάβωμεν, εἴτε εἰς ἑμαυτούς, εἴτε εἰς τὸν ἀναγνώστην, τὴν ἅλυσον τῶν ἐπιχειρημάτων ἃ ὡδήγησαν ἡμᾶς εἰς τὸ συμπέρασμα τοῦτο· διατί, ποῖος, ἀλήθεια, δέν γιγνώσκει τὴν μαγευτικὴν δύναμιν τῆς Μουσικῆς, ποῖος ἀγνοεῖ ὅτι εἰς τὴν Μουσικήν ἐδόθη ἡ ἁρμοδιότης νὰ κόπτῃ, μετὰ τοῦ ἀλεξανδρείου φασγάνου, τὸν Γόρδιον Δεσμὸν τῆς Σκέψεως καὶ νὰ ἐκτινάσσῃ ἡμᾶς πέραν τῆς σπειροειδοῦς ἀτραποῦ τῆς Λογικῆς μετὰ ταχυτήτος φωτός -νὰ μᾶς ἐναποθέτῃ εἰς τόπον ἀνέλπιστον προτέρως;!. Ὅμως, ὅσο προσεκτικώτερον ἐξητάζομεν τὴν περίπτωσιν, τοσοῦτον ἐναργεστέρα καθίστατο.

Posted on

Ἀπ’ τίς «Παιδικὲς μνῆμες» στή «Νύχτα τ’ Ἁγιαννιοῦ»

ερρίκος-ίψεν-νύχτα-τ-αγιαννιού-θεοδόσης-αγγ-παπαδημητρόπουλος

Μὰ τὴ Νύχτα τ᾽ Ἁγιαννιοῦ, τὰ πράματα κυλοῦσαν πιό χαρούμενα: Δέ γιορταζόταν ἀπ᾽ ὅλους μαζί· τ᾽ ἀγόρια κ᾽ οἱ νέοι τῶν πόλεων χωρίζονταν σὲ συντροφιὲς τῶν πέντε-ἕξι ἀτόμων καὶ ψάχνανε νὰ βροῦν καύσιμη ὕλη γιὰ τὴ δικιά τους τὴν πυρά… Ἤδη, ἀπ᾽ τὴν Πεντηκοστή, μαζευόμασταν καὶ πηγαίναμε στὰ ναυπηγεῖα καὶ τὰ καταστήματα τοῦ Σιὲν νά «ἱκετεύσουμε» γιὰ κάνα βαρέλι πίσσα..- παράξενο ἔθιμο ποὺ βαστοῦσε ἀπὸ καιροὺς λησμονημένους… Γιὰ ὅ,τι δέν παίρναμε μὲ σύμφωνη γνώμη, μὰ τὸ κλέβαμε, μήτε ὁ ἰδιοκτήτης, μήτε ἡ ἀστυνομία σκέφτονταν ποτὲ νὰ μᾶς ἐπιπλήξουν κάπως. Ὁπότε, μιὰ συντροφιὰ ἅρπαζε ἔτσι ὁλόκληρη στοίβα ἀπὸ βαρέλια πίσσα!.. Τὸ ἴδιο πάνω χέρι εἴχαμε καὶ στὶς παληές τὶς βάρκες!: Ἂν καταφέρναμε ν᾽ ἀποφύγουμε τὰ ἐμπόδια στὴ στεριά, μπορούσαμε νὰ τὶς τραβήξουμε μακριὰ μὲ τὴν ἡσυχία μας καὶ νὰ κρατήσουμε τὰ λάφυρα· εἴχαμε μ᾽ ἀσφάλεια ἀποθηκευμένο ὅ,τι ἦταν ἰδιοκτησία μας πιὰ ἤ,.. τέλοσπάντων,.. δέν τὄχε κάποιος ἄλλος διεκδικήσει… Οἱ βάρκες περιφέρονταν – μέρες πρὶν ἀπ᾽ τὴ Νύχτα τ᾽ Ἁγιαννιοῦ – θριαμβικά στὰ σοκκάκια πρὸς τὸ σημεῖο τῆς πυρᾶς. Στὴ βάρκα μέσα καθόταν ἕνας βιολιστὴς κ᾽ ἔπαιζε· τὄχα δεῖ πολλές φορὲς καὶ κάποτε εἶχα συμμετάσχει καὶ σὲ μιὰ τέτοια πομπή…

Posted on

«Γέννα καὶ τοκετός» ἀπὸ τὴν «Ἀνδροδικία»

ἀνδροδικία-θεοδόσης-ἀγγ-παπαδημητρόπουλος

ΜΑΡΤΥΡΑΣ B΄:
Ἡ ἀγάπη πάντα τρυπάει τὸ λογισμό·
κ᾽ ἡ δικιά μου ἡ ἀγάπη – τοῦ πατέρα ἡ ἀγάπη –
δὲν ἔχει ἀνάλογο. Γιατὶ μπορεῖ ἡ γυναῖκα νὰ τίκτῃ,
ἀλλὰ ἀπὸ τὸν πατέρα ξεκινάει ἡ ζωή –
αὐτός γεννάει, ὅπως λέγαν οἱ Ἀρχαῖοι.

ΕΝΑΣ ΕΝΟΡΚΟΣ (Μουρμουριστά):
Ἀνάθεμα τοὺς Ἀρχαίους καὶ τί καταλαβαίνετε.